Το «Εμπρός» δεν είναι άλλο ένα, αλλά ένα άλλο θέατρο. Να μείνει ζωντανό!
Στην περίπτωση του «Ελεύθερου Αυτοδιαχειριζόμενου Θεάτρου Εμπρός» υπάρχει η ανάγκη να υπερασπιστούμε δύο αγαθά. Ανάμεσα στα δύο αυτά αγαθά δεν υπάρχει καμία ένταση, φτάνει όντως στην οπτική μας να τα κρατήσουμε ταυτόχρονα. Το πρώτο είναι η αρχιτεκτονική μνήμη της πόλης. Η Αθήνα είναι μία πόλη που δεν σέβεται τη μνήμη της. Για να το πούμε λιγότερο ευγενικά, συστηματικά σβήνει και εξαφανίζει αυτή τη μνήμη. Το γεγονός ότι ο χώρος του θεάτρου «Εμπρός» είναι χαρακτηρισμένος ως νεώτερο μνημείο από την αρμόδια επιτροπή του Υπουργείου Πολιτισμού δεν αναιρεί το γεγονός ότι η πολιτεία έχει εγκαταλείψει τον χώρο.
Το δεύτερο αγαθό σχετίζεται με τον χαρακτήρα του χώρου. Γιατί τα κτήρια της πόλης δεν είναι απλά τέσσερεις τοίχοι, είναι οι ιστορίες που υπάρχουν μέσα σε αυτά, οι κοινωνικές σχέσεις που έχουν αναπτυχθεί. Σε τελευταία ανάλυση είναι οι άνθρωποί τους. Άρα όταν μιλάμε για το «Εμπρός» οφείλουμε να μιλήσουμε για την αυτόνομη καλλιτεχνική δημιουργία, για όλες και όλους που δέκα χρόνια τώρα το άνοιξαν και του έδωσαν ζωή. Πριν από λίγες μέρες στον χώρο διοργανώθηκε το «Αντιφασιστικό φεστιβάλ παραστατικών τεχνών». Μια διοργάνωση με περισσότερες από 50 παραστάσεις, συναυλίες και ομιλίες την οποία παρακολούθησαν χιλιάδες πολίτες. Οποιοσδήποτε πολιτιστικός οργανισμός δημόσιος ή ιδιωτικός θα ήταν περήφανος για ένα τέτοιο αποτέλεσμα, το οποίο ακριβώς δείχνει τι έχει καταφέρει τόσα χρόνια με την παρουσία του το «Εμπρός».
Γίνεται να υπάρξει επόμενη μέρα για το «Εμπρός» χωρίς να έχουν λόγο αυτοί και αυτές που το κράτησαν ζωντανό; Μόνο αν κάποιος υπερασπίζεται μια σκουριασμένη και αυταρχική αντίληψη για την πόλη. Το «Εμπρός» όμως χρειάζεται στήριξη και όχι αυταρχισμό. Προφανώς και απαιτείται να γίνουν παρεμβάσεις στον χώρο. Μήπως αυτό το αρνούνται οι ομάδες που λειτουργούν τον χώρο; Κάθε άλλο, ας υπενθυμίσουμε μόνο ότι μετά από παρεμβάσεις που έγιναν με την ευθύνη της «κίνησης ανάπηρων καλλιτεχνών» ο χώρος είναι καθολικά προσβάσιμος. Κάτι που σίγουρα δεν αποτελεί τον κανόνα για τους χώρους πολιτισμού ενώ για τους χώρους του Δήμου Αθηναίων παραμένει ζητούμενο.
Ας επιστρέψω όμως λίγο και στο ζήτημα της αρχιτεκτονικής μνήμης της πόλης. Η δημοτική αρχή Μπακογιάννη επέλεξε να μην πει κουβέντα όταν η κυβέρνηση της ΝΔ επιχείρησε να κλείσει με τσιμεντόλιθους και λαμαρίνες το «Εμπρός». Αξίζει εδώ να συμπληρωθεί ότι αυτοί που έχουν κάνει καραμέλα την ανομία πήγαν να σφραγίσουν το «Εμπρός» χωρίς καμία άδεια, παραβιάζοντας την νομοθεσία για τα σύγχρονα μνημεία. Τι εμπιστοσύνη μπορεί να έχει κάποιος στην σημερινή δημοτική αρχή μετά από αυτά; Καμία είναι η απάντηση.
Τι μπορεί και τι πρέπει να γίνει; Η Αθήνα μπορεί να μάθει από τα παραδείγματα άλλων πόλεων όπως η Νάπολι, το Μιλάνο, το Βερολίνο, η Βαρκελώνη κτλ όπου οι δημοτικές αρχές συζητάνε και στηρίζουν πρωτοβουλίες της κοινωνίας των πολιτών. Αυτός ο διάλογος και αυτή η συνύπαρξη μόνο να προσθέσει έχει στην ζωή της Αθήνας. Ο δήμος Αθηναίων μπορεί να αναλάβει να στηρίξει την λειτουργία του χώρου και τις απαραίτητες παρεμβάσεις για τη συντήρηση και την ασφάλεια του κτηρίου. Στο μοντέλο όμως λειτουργίας τον πρώτο λόγο πρέπει να τον έχει η αυτόνομη πολιτιστική δημιουργία και ο κόσμος που έχει κρατήσει ζωντανό τον χώρο. Επιμένω ότι το «Εμπρός» δεν είναι άλλος ένας, αλλά ένας άλλος χώρος πολιτισμού. Είναι σίγουρο ότι μπροστά μας δεν έχουμε μια εύκολη μάχη με μια δημοτική αρχή που έχει αποδείξει ότι το κέντρο της πόλης το βλέπει ως ένα πεδίο μονοκαλλιέργειας τουριστικών χρήσεων. Η μάχη όμως για τη σωτηρία του «Εμπρός» είναι σίγουρο ότι θα δοθεί και καμία κυβέρνηση και καμία δημοτική αρχή δεν μπορεί να νομίζει ότι θα κάνει «περίπατο». Οι αγώνες για την στήριξη του «Εμπρός» έχουν κερδίσει στο παρελθόν, στο χέρι μας είναι να κερδίσουν ξανά.
Ηλιόπουλος Νάσος,
Επικεφαλής της δημοτικής κίνησης «Ανοιχτή Πόλη»
